ἀρτιζυγία

ἀρτιζυγία
ἀρτι-ζυγία, eben erst geschlossene Verbindung

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αρτιζυγία — ἀρτιζυγία, η (Α) η σύζευξη που έγινε πριν από λίγο, ο πρόσφατος γάμος …   Dictionary of Greek

  • ἀρτιζυγίαν — ἀρτιζυγία recent union fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αρτι- — (AM ἀρτι )· [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων της Ελληνικής, ιδίως της αρχαίας και της μεσαιωνικής, με σημαντική παραγωγική δύναμη. Πρόκειται για προθεματικό ή προρρηματικό στοιχείο, προερχόμενο από το επίρρημα άρτι*. Απαντά σε αξιόλογο αριθμό συνθέτων …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”